Από τη στιγμή που ξεκίνησε η οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ακούγεται συνεχώς πως η ανεργία θερίζει τους πολίτες της χώρας. Οικογένειες ζουν με οικονομική στενότητα και αρκετές επιχειρήσεις αναζητούν προσωπικό και δε βρίσκουν τους κατάλληλους υπαλλήλους. Γιατί όμως υπάρχει αυτό το οξύμωρο σχήμα;
Οι επιχειρήσεις ζητάνε την Άρτα με τα Γιάννενα
Αν μπει κανείς σε μία ιστοσελίδα αναζήτησης εργασίας, πολλές εταιρείες ζητάνε στα απαραίτητα προσόντα για μια δουλειά – που θα μπορούσε στην κυριολεξία να κάνει ο καθένας αν υπάρχει όρεξη – πτυχίο ΑΕΙ ή ΤΕΙ, γνώση δύο ή και παραπάνω ξένων γλωσσών και πολλά χρόνια προϋπηρεσία σε αντίστοιχη θέση.
Είναι κάπως αστείο να πρέπει να έχει κανείς τόσα χαρτιά για να βρει δουλειά ως π.χ. σερβιτόρος,γραμματέας, πωλητής.
Δεν υποβαθμίζω σε καμία περίπτωση τις συγκεκριμένες δουλειές, καθώς όλες οι δουλειές έχουν δυσκολίες, ωστόσο θεωρώ πως αν δείξει κάποιος παλιότερος υπάλληλος της εταιρείας τα καθήκοντα και τις υποχρεώσεις στο νέο εργαζόμενο, λογικά δε θα δυσκολευτεί να τα μάθει.
Ο συνδυασμός σπουδών – δουλειάς φαντάζει ανήκουστος
Παραπάνω αναφέρθηκε πως για να βρει δουλειά κάποιος πρέπει να έχει προϋπηρεσία. Πως να γίνει αυτό αν ψάχνει δουλειά ένας 19άχρονος ενήλικας, ο οποίος έχει ένα χρόνο που τελείωσε το σχολείο και θέλει να ξεκινήσει τη ζωή του, ώστε να μην επιβαρύνει τους δικούς του; Επιπλέον, και να καταφέρει να βρει εργασία, το να συνδυάσει σπουδές με δουλειά φαντάζει τόσο δύσκολο που στην πορεία αναγκάζεται να επιλέξει ένα από τα δύο.
Μπορεί στην αρχή ο εργοδότης να του υπόσχεται ότι θα προσαρμόζει τις ώρες της δουλειάς σύμφωνα με τα ωράρια των μαθημάτων, αλλά στη συνέχεια σκαρφίζεται διάφορες δικαιολογίες προκειμένου να βγάλει αυτός τη δική του δουλειά.
Οι συμπεριφορές των αφεντικών και ορισμένων προϊστάμενων είναι απαράδεκτες
Το λεγόμενο εργασιακό bullying ή ψυχολογική παρενόχληση στον χώρο εργασίας. Οι ανώτεροι ιεραρχικά εργαζόμενοι ή ακόμα και συνάδελφοι μεταξύ τους εκφοβίζουν ο ένας τον άλλον. Οι φωνές, η επίπληξη, η απαγόρευση έκφρασης, η ανάθεση περισσότερης δουλειάς απ’όσο μπορεί να αντέξει κάποιος, η ταπείνωση και συνεχής κριτική του ατόμου, η σεξουαλική παρενόχληση ακόμα και η σωματική βία είναι μερικά δείγματα ψυχολογικής βίας.
Οι συγκεκριμένες συμπεριφορές οδηγούν τους εργαζομένους να χάσουν τα κίνητρα τους, να είναι λιγότερο
ικανοποιημένοι και αφοσιωμένοι στη δουλειά τους και να καταστρέφεται η ψυχολογία τους. Ακόμη, εγκαταλείπουν ή δεν ξεκινούν καν τη δουλειά τους εξαιτίας όλων των άσχημων πραγμάτων που συμβαίνουν.
Με 830 ευρώ ως κατώτατο μικτό μισθό, ο μέσος Έλληνας δυσκολεύεται να τα βγάλει πέρα με τις τιμές και τους λογαριασμούς που έχουν φτάσει στα ύψη. Φανταστείτε, λοιπόν, πως κάποιος εργοδότης μπορεί να μη του δίνει ούτε αυτά που δικαιούται (μισά ένσημα ας πούμε) και συνάμα να έχει την απαίτηση να κάνει και σε καθημερινή βάση αμέτρητες υπερωρίες. Πως θα ζήσει αυτός ο άνθρωπος; Ακόμα περισσότερο αν έχει και οικογένεια. Βέβαια και μόνος να μένει κάποιος με το ζόρι τα βγάζει πέρα με αυτά τα λεφτά, πόσο μάλλον αν δεν του δίνουν και αυτά που του αναλογούν.
Ηλικιακή διάκριση
Το λεγόμενο ageism στον χώρο της εργασίας, τις διακρίσεις δηλαδή που γίνονται σε βάρος των εργαζομένων βάσει της ηλικίας. Βέβαια, διακρίσεις γίνονται και σε βάρος ενός εργαζομένου όταν τον προσπερνούν για μια προαγωγή κι ας έχει τις απαραίτητες δεξιότητες και προσόντα ή όταν δεν εγκρίνουν τη συμμετοχή του σε μια ακριβή εκπαίδευση, γιατί εκτιμούν ότι δεν υπάρχει χρόνος για αυτήν να αποδώσει, αφού σύντομα θα συνταξιοδοτηθεί, θα απολυθεί ή θα φύγει με κάποιο μελλοντικό πρόγραμμα εθελουσίας.
Υπερβολικά υψηλές προσδοκίες
Πολλοί κλάδοι χρειάζονται ανειδίκευτη εργασία χαμηλών προσόντων και βασικών απολαβών, την οποία οι Έλληνες εργαζόμενοι δεν είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν, είτε διότι θεωρούν ότι δεν ταιριάζει στο εργασιακό προφίλ τους, είτε διότι τα κίνητρα τα οποία προκύπτουν από την σύγκριση μεταξύ αμοιβών σε τέτοιες εργασίες και επιδοματικών ενισχύσεων, είναι ασθενή.
Άλλες καταστάσεις που “αναγκάζουν” κάποιον να απορρίψει μία εργασία
Οι νέοι και όχι μόνο αναζητούν μια νέα ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής. Έχουν διαπιστώσει στην πράξη ότι η εργασία τους δεν πληρώνεται ικανοποιητικά. Μπορεί να απασχολούνται σε επαγγέλματα μεγάλου κύρους και να μην μπορούν ακόμη όχι να αγοράσουν, αλλά ούτε να νοικιάσουν το δικό τους σπίτι, δεν έχουν το βιοτικό επίπεδο των γονιών τους, στην ηλικία τους. Γι’ αυτό δείχνουν να προτιμούν ευέλικτα μοντέλα εργασίας και αρνούνται εξαρχής μια εργασία με συμβατικά ωράρια. Προτού πείτε κάποιον τεμπέλη που δε δουλεύει, αναλογιστείτε τις συνθήκες εργασίας που αναφέραμε παραπάνω.
Μην απορείτε γιατί οι νέοι και όχι μόνο προτιμούν να ζουν με επιδόματα του κράτους.